Κάποτε ίσως να μάθεις τι ήταν αυτό που ένιωσα. Αυτό το συναίσθημα που κατάφερε να γεμίσει εκείνο το κενό που είχα. Και ήταν μεγάλο κενό αυτό μπορώ να στο πω με σιγουριά. Και δεν ξέρω πως γίνεται πάντοτε να ήμουν τόσο αφελής ήθελα τόσο πολύ να πω ότι είμαι καλά ότι όλα πέρανε που ποτέ δεν κοίταξα πως όταν κάθε μέρα κάτι έρχεται πριν προλάβει να περάσει το προηγούμενο απλώς φτιάχνεις ένα μεγάλο βουνό από εμπειρίες που είχες πείσει τον εαυτό σου πως «και αυτό θα περάσει όλα πέρανε». Άσε με λοιπόν μια φόρα να σου μιλήσω για εμένα, για αυτά που έζησα, για αυτό το κενό που ποτέ δεν αναγνώρισα σαν δικό μου. Υπήρχαν μέρες που δεν άντεχα, με έτρωγαν από μέσα μου όλα αυτά, ήθελα να βγω τρέχοντας στους δρόμους να δω όσους περισσότερους ανθρώπους μπορούσα να μην σκεφτώ εμένα, και πολλές φόρες βοηθούσε αυτό. Κάπου έξω με έναν καφέ, ένα πότο, κόσμος και φασαρία, τόση φασαρία που δεν μπορούσα να ακούσω τις φωνές που τσίριζαν στο κεφάλι μου. Άλλες χανόμουν , και αυτό ήταν ακόμα πιο δύσκολο, και πιο περίεργο από όλα ίσως. Εκείνες οι μέρες ακόμα με τρομάζουν όταν τις θυμάμαι, σαν να έσπαγε ο χρόνος μέσα μου καθόμουν εκεί καθισμένη  χωρίς να νιώθω καμία ανάγκη. Κοιτούσα τον τοίχο και εκείνο το κάδρο που ειλικρινά μισώ και χανόμουν , ένα τσιγάρο στο χέρι και αυτός ο τοίχος μπορούσαν να με απασχολήσουν για ώρες. Το περισσότερο από αυτό δεν περνούσε τίποτα από το μυαλό μου, το απολυτό κενό. Κάποιες λίγες στιγμές μόνο περνούσαν όλα από το μυαλό μου , το περίεργο ήταν ότι δεν τα ένιωθα , σαν μια ιστορία που άλλος μου έλεγε περνούσαν μέσα στο μυαλό μου αλλά εμένα μου περνούσε εντελώς αδιάφορη αυτή η ιστορία.

 Δεν μπορούσε να με συγκινήσει καθόλου ο πόνος αυτού του αλλού, για την ακρίβεια τώρα τίποτα δεν μπορεί να με συγκινήσει. Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι ποτέ ξανά δεν θα βρεθώ εδώ. Είχα πει προτιμώ να πεθάνω πριν ξαναγράψω για αυτά. Όμως κοίτα να δεις που πάλι εδώ είμαι και γραφώ για αυτά . Σκάφτομαι να μην κάνω τα ιδία λάθη πάλι, λέω πως αυτή την φόρα θα το πω , θα το φωνάξω , θα φωνάξω «βοήθεια», όμως μετά δεν θέλω κανέναν να ξέρει, δεν θέλω να το συζητήσω με κανέναν, φοβάμαι πως θα το κάνει αληθινό.

Ας πάμε πάλι εκεί πίσω που σου μιλούσα για το εγώ μου. Ξέρεις είναι περίεργο δεν μπορώ να κλάψω, ποτέ μου δεν μπορούσα, θέλω αλήθεια πολύ θέλω να θρηνήσω αυτόν τον φαύλο κύκλο που με ρουφήξει. Απλώς δεν μπορώ. Έρχονται εκείνες οι λίγες φόρες που επιλεγώ να μείνω μέσα , όχι επειδή έχω χαθεί με τις ώρες στο άθλιο μου κάδρο αλλά επειδή δεν θέλω να δω άλλον άνθρωπο. Θέλω να κάτσω λίγο μονή μου, να ακούσω την καταθλιπτική μου μουσική και να γράψω τα καταθλιπτικά μου κείμενα. Η και να μην κάνω τίποτα από αυτά να καθίσω εδώ με το τσιγάρο μου στο χέρι και πείσω τον εαυτό μου πως ποτέ ξανά δεν θα γυρίσω εκεί.

Θες να μιλήσουμε για το εκεί; Δεν τα πα σε κανέναν. Προσπάθησα απλώς δεν πιστεύω ότι ενδιέφερε κανέναν  και δεν έχω χειρότερο από το να γίνω κουραστική ξέρεις. Κουράζω αρκετά εμένα δεν θέλω να κουράσω και τους άλλους. Καμία φόρα όταν θυμάμαι το εκεί θέλω να κλάψω , να σπάσω κάτι, να τσιρίξω και να έρθω να αντιμετωπίσω κάποιον να του πω πόσο άδικο ήταν και να του ζητήσω πίσω τους μήνες μου. Απαιτώ πίσω τις στιγμές που έχασα με τους φίλους μου , τις απαιτώ! Θέλω την ζωή που άφησα να φύγει , που την άφησα όταν κόντεψα να αφήσω εμένα να χαθώ. Τις φόρες που δεν βγήκα ενώ μου είπαν, τις φόρες που είπα πως δεν μπορώ για καφέ προκειμένου να κάτσω να κοιτώ αυτό το απαίσιο κάδρο. Θέλω το γέλιο που έχασα από την παρέα μου, τις ανακοινώσεις και τα τραπέζια από την οικογένεια μου. Και ξέρεις δεν είναι μόνο αυτά που δεν είχα , απαιτώ να μου πάρουν μακριά και αυτά που είχα και δεν ήθελα γιατί δεν ζήτησα. Αυτό το κενό, περνούσαν ώρες μέρες και δεν είχα τίποτα να περιμένω δεν είχα τίποτα να θέλω. Δεν υπήρχε λόγος να ξυπνήσω και κοιμόμουν προκειμένου να κάνω κάτι. Και περνούσαν πολλές μέρες έτσι μέχρι που κάποια στιγμή το συνειδητοποιούσα και τρόμαζα , τρόμαζα που δεν είχα τίποτα να περιμένω κι με έπιανε πανικός για το τι θα μπορούσα να κάνω , πως θα μπορούσα να γεμίσω αυτή την τόσο χωρίς νόημα ζωή . Και όσο και να έψαχνα δεν έβρισκα τίποτα προσπαθούσα απελπισμένα και αποτύγχανα και τότε έρχεται η θλίψη. Η στιγμή που τίποτα ξαφνικά δεν έχει νόημα, δεν έβλεπα τρόπο βελτίωσης , έβλεπα μόνο μια συνεχόμενη μαυρίλα , ότι και να έκανα τα όσα πέρασαν ποτέ δεν θα άλλαζαν. Τα βραδιά μου ποτέ δεν θα ήταν ήρεμα, και κανείς ούτε εγώ ούτε κανένας δεν μπορούσε να πάρει μακριά εκείνες τις στιγμές του παρελθόντος μου . Ξέρεις έχω 4 χρόνια να κοιμηθώ κανονικά. Κάθε μέρα, για την ακρίβεια κάθε νύχτα βλέπω εφιάλτες , όλο το βράδυ πολλούς εφιάλτες, άλλες φόρες τους θυμάμαι όταν ξυπνώ και πριν καν ξεκινήσει η μέρα μου εγώ δεν έχω πια όρεξη. Άλλες ξυπνώ επειδή η ανάσα μου τρεμοπαίζει μέσα στον ύπνο μ και δεν μπορώ να αναπνεύσω κανονικά και άλλες ξυπνώ ιδρωμένη και δεν μπορώ να κουνηθώ για δευτερόλεπτα και τότε συνήθως βάζω τα κλάματα που δεν μπορώ να κοιμηθώ ήρεμη εδώ και τέσσερα χρόνια.

Και ξέρεις δεν μπορώ να διαχειριστώ την θλίψη ήταν πολύ μεγάλο συναίσθημα για έναν άνθρωπο που τις περισσότερες του μέρες τις περνούσε παρέα με το απολυτό κενό.  Για αυτό γυρνούσα απευθείας σε αυτό , στο δικό μου κενό. Δεν το έλεγχα ακριβώς μάλλον είναι μια καλά μαθημένη τακτική του οργανισμού μου. Και έτσι περνούσε ο καιρός , και πέρασε πολύς καιρός… Το μόνο που μπορούσε να με βγάλει από αυτό ήταν εκείνος ο πανικός. Χανόταν το βλέμμα μου σε ένα κενό και ένιωθα σαν να μην μπορούσα να κουνήσω το σώμα μου, το τοπίο μπροστά μου θόλωνε και ένιωθα να ιδρώνω και ένα αίσθημα απίστευτου τρόμου. Δεν συνέβαινε με κάποια λογική , σε άσχετες στιγμές εκεί που δεν το περίμενα . Και αν δεν μπορούσα να συνέλκω επί τόπου ακλουθούσε το κλάμα το οποίο έφερνε την τρεμάμενη ανάσα , έπαιρνα πολύ οξυγόνο μου είχαν πει . Υπεροξυγονωση. Πως νιώθεις σε αυτή; Σαν να σου έχουν κλείσει τον αέρα και να μην μπορείς  να αναπνεύσεις , νιώθεις να φεύγει η ζωή από μέσα σου, και καμία φόρα ερχόταν αυτός που ήταν δίπλα μου να με βοηθήσει , μου μιλούσε αλλά εγώ ήθελα να του φωνάξω ότι πνίγομαι αλλά δεν μπορούσα να μιλήσω γιατί πάλευα να πάρω ανάσα οπότε απλώς τον έπιανα και τον έσφιγγα. Και ευτυχώς συνήθως ερχόταν μετά ο εμετός , βλέπεις από τις συσπάσεις στην κοιλιά, και τότε αυτός σε ανάγκαζε να ανασάνεις το ίδιο σου το σώμα σε προστάτευε εκείνη την στιγμή. Έκανα έναν, δυο καμία φόρα και περισσότερους και συνήθως μετά συνερχόμουν. Ένιωθα απλώς σκουπίδι μετά αυτό , αδύναμη ούτε ποτήρι δεν μπορούσα να κρατήσω, και για μια ακόμα φόρα ξεπεσμένη, κερδισμένη από τους φόβους μου, ελαττωματική. Και κανείς δεν θέλει να τα ακούσει αυτά , κανείς δεν θέλει να μπλεχτεί στο δικό σου δράμα. Και ούτε εσύ θες να μιλήσεις αυτά, σαν αντανακλαστικό οπότε με ρωτούσαν τι κάνω έλεγα «καλά» και πάντα συνοδευόταν από ένα χαμόγελο.

 

Μόνο εκείνη την φόρα δεν σταμάτησε εκεί , εκείνη την μια φόρα που έχει γίνει πλέον ένας εφιάλτης όταν ακόμα είμαι ξύπνια. Ο φόβος μην ξαναρθεί εκείνη η φόρα, ο φόβος μην με ξαναδώ εκεί. Πρώτη ήρθε η ζάλη, μια αδυναμία ο κόσμος γύριζε πολύ έντονα και ο φόβος που σε έκαιγε από μέσα σου ίδρωνες και όσο φοβόσουν τόσο ο κόσμος γυρνούσε πιο έντονα και όσο ο κόσμος γύριζε πιο γρήγορα τόσο φοβόμουν. Δεύτερος ο εμετός , όχι ένας , δεν θυμάμαι πόσοι , πονούσε ο λαιμός μου μόνο από τις νευρικές συσπάσεις . Μετά είπα πως ήμουν καλά ήθελα να μην είναι όλοι μαζεμένοι γύρω μου σηκώθηκα να φύγω . Και τότε έπεσα. Επόμενο μου είπαν γιατί πλέον δεν θυμάμαι εγώ ότι ήμουν 90λεπτα σε ένα κρεβάτι με σπασμούς που φώναζα ότι κρυώνω. Εγώ θυμάμαι να ανοίγω τα ματιά μ και  να βλέπω το ταβάνι να παίρνει γρήγορα. «Γαμωτο πάλι ζαλίζομαι». Αλλά αυτή την φόρα το ταβάνι όντως περνούσε γρήγορα από πάνω μου , ήμουν σε ένα φορείο και έβλεπα τον τραυματιοφορέα να με κοιτάζει αγχωμένος και να φωνάζει «πιο γρήγορα, πιο γρήγορα». Με πιάνει πάλι πανικός θέλω να σηκωθώ να φύγω! Και τότε καταλαβαίνω ότι δεν μπορώ, για την ακρίβεια δεν μπορώ να κουνήσω τίποτα άλλο περά από ελαφρώς το κεφάλι μου δεξιά αριστερά και το στόμα μου. Όλο μου το σώμα απόλυτα μουδιασμένο , δεν μπορώ να κουνήσω τίποτα , μετά βίας νιώθω το μούδιασμα. Και τρέμω , με βλέπω τρέμω τόσο πολύ. Και έρχεται δίπλα μου εκείνη αρχίζω και κλαίω και φωνάζω ότι δεν μπορώ να κουνηθώ με χαϊδεύει και μου λέει όλα καλά θα πάνε , Τρέμει τώρα η ανάσα μου, πάλι τελειώνει ο αέρας μου. Δεν μπορώ να κουνηθώ και τώρα δεν μπορώ να ανασάνω , πεθαίνω. Προσπαθώ να μιλήσω αλλά ούτε καν αυτό κάπου ανάμεσα σε κλάματα και ανάσες της λέω σιγά ότι φοβάμαι.

 

Υστερία. Αυτό είπαν και έφυγαν και γιατροί και νοσοκόμοι. Δεν άξιζε να ασχοληθούν άλλο. Δεν μου είπαν τι είναι, γιατί μου συνέβη η τι έπρεπε να κάνω τώρα. Σιγά άλλη μια κακή στιγμή . «Και αυτό θα περάσει όλα πέρανε.» Είχα πείσει τον εαυτό μου. Σε κοντινούς ανθρώπους είπα με τίτλους ειδήσεων τι έγινε κι δεν μπήκα ποτέ σε λεπτομερές. Δεν ρώτησε και κανείς . Με έστειλαν βέβαια σε έναν ψυχίατρο να κάνω τρεις συνεδρίες να μπορέσει να με ελέγξει μην τυχόν και τους ξέφυγε τίποτα. Όλα καλά δεν τους ξέφυγε τίποτα, μόνο όλη η δική μου ζωή. Εκείνος είπε ότι είμαι καλά . Και εγώ το συνόδευα με έναν χαμόγελο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Merry Christmas then

Music 101