Η πιο όμορφη ιστορία


  Μέσα στη ζωή μπορεί να είναι τελικά όλα γραμμένα να συμβούν με μια συγκεκριμένη σειρά και έναν δικό τους μοναδικό τρόπο. Ίσως έτσι έπρεπε να γίνει και με τη δική μας ιστορία, ίσως ήταν όλα γραμμένα από την μοίρα εξ΄αρχής να συμβούν με αυτό το τρόπο και τελικά εμείς απλώς να μεθύσαμε από το γλυκό πιοτί που μας προσέφερε το παραμύθι μας.
Η γνωριμία.
  Τύχη ή μοίρα; Κανείς δε θα μπορέσει να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα που πλανάται εδώ και αιώνες στον κόσμο μας. Οι άνθρωποι συνεχώς προσπαθούμε να αποφασίσουμε και να παραταχθούμε στη μία πλευρά ή στην άλλη. Αποφασίζουμε ότι εμείς ορίζουμε, πράττουμε και καταδικάζουμε τις ατυχίες μας ως λάθη, ενώ οι υπόλοιποι πιστεύουν στο πεπρωμένο τους και αφήνουν  μια μοίρα να ορίζει τη ζωή τους. Ακόμα και τότε όμως δεν είμαστε ευχαριστημένοι, μαγεία, μαντεία και προφητείες γίνονται πάλι μέρος της ζωής μας και προσπαθούμε να ελέγξουμε αυτό που εμείς οι ίδιοι ορίσαμε ως προγεδιεγραμμένο.
  Κάπως έτσι πριν πριν από 11 χρόνια ένα ατύχημα και ένα ψέμα οδήγησαν στο να σε γνωρίσω.  Ένα μικρό κορίτσι είχε ένα ατύχημα στο σχολείο της και κατέληξε στο νοσοκομείο με σπασμένο χέρι και αντίστοιχα ένας έφηβος είπε ψέματα μαζί με τον κολλητό του ότι σήμερα δεν έχει σχολείο. Και τότε ήρθε το Big Bang, η αρχή των πάντων. Βρέθηκαν όλοι στο ίδιο σπίτι, στο ίδιο δωμάτιο και το παιδί εκείνο που γνώριζε τον έρωτα μόνο μέσα από τις ταινίες της Disney συνάντησε έναν έφηβο που είχε κάνει κοπάνα από το σχολείο και μαγεύτηκε από τα μάτια του.
  Τα χρόνια περνούσαν όμως η ιστορία δεν άλλαζε. Η μικρή είχε ερωτευτεί τον μεγαλύτερο αυτόν άγνωστο που τίποτα δεν είχε να του προσφέρει από το παιδικό της μυαλό και δε τολμούσε ποτέ να το πεί γιατί θα ρεζίλευε τον εαυτό της. Περνούσαν τα χρόνια, το κορίτσι έγινε έφηβη και το αγόρι άντρας. Κανείς δε τολμούσε να πεί τίποτα, εκείνη τον χάζευε όπως εκείνη τη μέρα στο παιδικό δωμάτιο που τον πρωτοείδε και εκείνος όντας μεγαλύτερος δε την είχε παρατηρήσει ποτέ. Και εκείνη φοβόταν τόσο πολύ μήπως κανείς καταλάβει τι νιώθει που τον απέφευγε συνέχεια. Αν εκείνος μάθαινε ότι είχε κολλήσει με τον κολλητό του δε θα της το συγχωρούσε ποτέ.
Στοπ! Πάμε πάλι από την αρχή...
  Με εκείνον κολλητό πάντα λέγαμε το ίδιο ψέμα. Σήμερα δεν έχουμε σχολείο θα έρθουμε να αράξουμε σπίτι. 15 χρονών είμαστε άλλωστε ποιος θα μας ελέγξει και γιατί. Πηγαίναμε σε εκείνον και αράζαμε στο δωμάτιο του με τις ώρες, ακούγαμε μουσική και κανονίζαμε την επόμενη μας κοπάνα. Εκείνη την ημέρα όμως μέσα στο δωμάτιο του μας περίμενε ένα μικρό κοριτσάκι με γύψο στο χέρι. Η μικρή του ξαδέρφη. Πανέμορφο παιδί, αλλά πολύ κουραστικό, γεμάτο ενέργεια, μιλάει συνεχώς και τα μισά από όσα λέει δε βγάζουν νόημα. Έχει όμως πολύ ωραία μάτια. Και έχει κάτι ιδιαίτερο, χαμογελά συνέχεια.
  Περνάνε τα χρόνια και αυτό το κάπως ενοχλητικό κοριτσάκι μοιάζει όλο και περισσότερο με γυναίκα. Στις γιορτές που οργανώνει εκείνος, πάντα σκέφτομαι αν θα έρθει και η ξαδέρφη του. Ξέρω πως δε μπορώ να την πλησιάσω γιατί θα με σκότωνε, αλλά μου αρέσει να την χαζεύω για ώρες, να την βλέπω, να τα κάνει όλα άνω κάτω στο πέρασμα της. Δεν έφυγε ποτέ η ζωντάνια από μέσα της. Δε της μιλάω όταν τη βλέπω γιατί φοβάμαι ότι ίσως καταλάβει κάτι. Είναι περίεργο συναίσθημα, είναι μόνο ένα μικρό κοριτσάκι, δε μπορεί να με γεμίσει, γιατί όμως εγώ τα χάνω όταν είμαι μαζί της; Εκείνη πάντως δεν ενδιαφέρεται. Κάθε φορά που με βλέπει δεν ασχολείται μαζί μου, μόνο με όλους τους άλλους. Που ξέρεις, ίσως να μη με συμπαθεί καν.
Το λάθος
  Πάνε 6 χρόνια που κρυφά τον θέλει. Ίσως να έχει χτίσει μια ψευδαίσθηση στο μυαλό της και η εφηβεία της απλώς να της έχει φουσκώσει τα μυαλά. Εκείνος ποτέ δεν της έχει μιλήσει. Δεν έχει ασχοληθεί ποτέ μαζί της και εκείνη φοβάται τόσο πολύ την οργή του ξαδέρφου της που κάθε φορά με νύχια και με δόντια προσπαθεί να μη δείξει την αδυναμία της. Την αδυναμία της ότι κάθε φορά που στέκεται αυτός δίπλα της τρέμουν τα πόδια της, κάθε φορά που την κοιτάει στα μάτια θέλει να αρχίσει να χαχανίζει σα μικρό παιδί και κοκκινίζει ολόκληρη. Την αλήθεια της πως κάθε φορά που πάει εκεί ελπίζει να είναι και εκείνος μαζί. Είναι όμως όλα αυτά στο μυαλό της και το ξέρει και πρέπει να μην το δείξει, πρέπει να συνεχίσει να μη του μιλάει όταν τον βλέπει γιατί αλλιώς θα το καταλάβει. Θα ήταν αδύνατο να του μιλήσει και να μην χαμογελάει συνέχεια, να μην χάνεται στο βλέμμα του, να μην επιδιώκει να τον ακουμπάει ΄΄τυχαία΄΄ όπως θα κάθονται δίπλα δίπλα. Είχε παίξει αυτή τη σκηνή στο μυαλό της πολλές φορές μέχρι σήμερα. Ξανά και ξανά και ας ήξερε πως είναι μια απάτη και ας ήξερε πως θα έμενε για πάντα εκεί στο μυαλό της.
  Όμως μη ξεχνάμε μιλάμε για μια έφηβη γεμάτη αφέλεια μπροστά σε έναν κόσμο ενηλίκων, ένα κορίτσι που δεν αντέχει το αλκοόλ και που η μέθη μπορεί να την οδηγήσει στα άκρα της ή και στην αλήθεια της. Και έτσι έγινε εκείνο το βράδυ. Σηκώθηκε μπροστά σε όλους και έκατσε δίπλα του και άρχισε να του μιλάει. Αρχικά όλοι νόμιζαν ότι απλώς δεν καταλάβαινε τι έκανε. Εκείνη όμως επιτέλους πρωταγωνιστούσε στη σκηνή του μυαλού της. Τον είχε απομονώσει από τους άλλους για πολύ ώρα και του μιλούσε για ότι μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Δε θυμάται πλέον ούτε εκείνη τα θέματα που του είχε αναλύσει. Καθόταν εκεί μαζί του, δίπλα του, με κάθε ευκαιρία τον ακουμπούσε και εκμεταλλευόταν τη φασαρία για να μπορεί να του ψιθυρίζει στο αυτί. Την επόμενη μέρα μόνο συνειδητοποίησε πως είχε ρεζιλευτεί, όλοι είχαν καταλάβει τι έκανε και όλοι θεώρησαν ότι το μικρό, άμαθο κοριτσάκι ήπιε λίγο παραπάνω και αποφάσισε να την πέσει στο κολλητό του ξαδέρφου της και εκείνος απλώς από ευγένεια την ανεχόταν. Όσο για τον ξάδερφο της, ήταν έξω φρενών. Τον ρεζίλεψε στους φίλους του, επειδή εκείνη δεν είχε όρια, τον εξέθεσε.
Άλλη μια φορά...
  Το μικρό κοριτσάκι γίνεται γυναίκα. Κάθε μέρα ομορφαίνει, κάποιες στιγμές, μου έχει ξεφύγει σε εκείνον το πόσο  όμορφη είναι η ξαδέρφη του, αλλά εκείνος γίνεται πάντα έξαλλος ακόμα και με την ιδέα και πάντα εκεί σταματάω. Ακόμα μια φορά, πάμε στα γενέθλια, είναι μια ευκαιρία να την δω. Μην πίνεις άλλο μικρό δε το αντέχεις. Έχεις άραγε ξαναπιεί ή είναι η πρώτη σου φορά; Κοίτα ζαλίστηκε. Θέλω απλώς να την πάρω αγκαλιά να την πάω να ξαπλώσει αλλά εκείνη ακόμα μια φορά δε μου μιλάει. Τι κάνεις τώρα, γιατί ήρθε να κάτσει εδώ; Άρχισε να μου μιλάει, λέει πάλι βλακείες, τα μισά δε βγάζουν νόημα, μπερδεύει τα λόγια της, όμως δε με νοιάζει αυτό, γιατί έχει ένα χαμόγελο μέχρι απέναντι, λάμπει ολόκληρη, είναι απίστευτη. Κάθε φορά που με ακουμπάει ανατριχιάζω, ελπίζω να το ξανακάνει και εκείνη πάντα το ξανακάνει. Μου ψιθυρίζει και το μόνο που σκέφτομαι είναι πόσο θέλω να γυρίσω και να τη φιλήσω. Θα πρέπει να τρελάθηκα για να το σκέφτομαι αυτό. Είναι παιδί. Και είναι εδώ αυτός και με κοιτάει και με ρωτάει αν όλα είναι καλά, αν με ενοχλεί η μικρή που έχει πέσει ολόκληρη πάνω μου. Έχει θυμώσει, μπορώ να το καταλάβω στο βλέμμα του. Δε θα ήθελα να τον προδώσω, κάθομαι αποστασιωποιημένος και την αφήνω να μου μιλάει προκειμένου να κρατήσω τις ισορροπίες.
  Δε  μπορεί, δεν είναι η ιδέα μου. Η μικρή με φλερτάρει! Αυτό κάνει άραγε; Πίνει και μετά φλερτάρει με κόσμο; Από κει που δε μου έδινε σημασία ξαφνικά μου μιλάει. Μόνο η σκέψη πως αυτό για εκείνη είναι μοτίβο με θυμώνει. Ξαφνικά δεν έχω όρεξη ούτε να της μιλήσω, ούτε τίποτα. Ένα ακόμα παιχνιδάκι. Ευτυχώς θα την πάνε σπίτι της τώρα. Ελπίζω να μη κάνει άλλες βλακείες.
Η αρχή.
Ευτυχώς ήρθαν πάλι γενέθλια και έτσι θα τον δω ξανά. Ξέρω ότι δεν μου μιλάει γενικώς και ότι μετά τα τελευταία κανείς δεν θα τον αφήσει ξανά να μου μιλήσει. Δεν με νοιάζει όμως αυτό, μου αρκεί που θα τον δω ξανά και ας είναι από μακριά. Πιστεύω ότι έχω αρχίσει και πιστεύω στην ουτοπία. Φτάνουμε εκεί και δεν ξέρω τι να κάνω φοβάμαι να τον κοιτάξω από ντροπή και ας έχει περάσει ένας χρόνος. Νιώθω πως όλοι με κοιτάνε μην τυχόν και κάνω καμιά βλακεία πάλι και χρειαστεί να με μαζέψουν . Το παίρνω απόφαση δεν τον κοιτάω δεν του μιλάω ασχολούμαι με όλους τους άλλους. Το μυαλό μου όμως δεν μπορεί αν σταματήσει να τον σκέφτεται. Έτσι έρχεται μια στιγμή που ένα χέρι απλώνεται και ακουμπάει μια μπύρα δίπλα μου. Αρχικά τρομάζω γυρνάω και τον βλέπω δίπλα μου να κάθεται ξαφνικά από το πουθενά εκεί που ποτέ δεν με είχε πλησιάσει και να μου πιάνει την κουβέντα. Τι συνέβη; Γιατί τώρα; Πολύ γρήγορα όμως μαθαίνω τον λόγο και δεν έχει καμία σχέση με εμένα, εξυπηρετώ απλώς την ανάγκη του για κάποιες πληροφορίες.Κάθομαι τώρα και του μιλάω και νιώθω ένα περίεργο συναίσθημα, σαν όλη μου την ζωή να περίμενα έναν άνθρωπο να μπορεί να με καταλάβει έτσι. Η ώρα περνάει και νιώθω να τραβάμε βλέμματα, το μικρό κοριτσάκι έχει πάλι κολλήσει, πρέπει να τελειώσει εδώ πριν καταλάβουν όλοι πόσο τον θέλω. Σηκώνομαι λοιπόν και φεύγω τελειώνω την συζήτηση μας με συνοπτικές διαδικασίες πιάνοντας κουβέντα αλλού άλλωστε δεν ήθελε κάτι άλλο παραμόνο πληροφορίες. Επομένη στάση «Πραγματικότητα» δεθείτε καλά στην θέση σας γιατί η προσγείωση είναι απότομη.

Ή μήπως όχι.
Φτάνω στο μαγαζί και την βλέπω είναι ήδη εκεί . Όπως πάντα γελάει και φωνάζει προκαλώντας όλο το μαγαζί να την κοιτάξει, και το μαγαζί το κάνει. Ξέρει τι καλά τι κάνει. Πέρασε τόσος καιρός από την τελευταία φορά είμαι πολύ περίεργος να δω τι θα κάνει πως θα συμπεριφερθεί. Η ώρα περνάει και εκείνη μετά βίας είπε ένα γειά. Είχα δίκιο εκείνο το βράδυ απλώς είχε βγει εκτός ελέγχου, μπορεί έτσι να είναι ο χαρακτήρας της. Δεν με νοιάζει λοιπόν. Δεν με νοιάζει. Θα το ξαναπώ πολλές φορές μέσα στο μυαλό μου μέχρι να το πιστέψω ο θυμός όμως όταν την βλέπω με όλους τους άλλους με κυριεύει. Τώρα θυμήθηκα η μικρή έχει κάτι που με ενδιαφέρει. Μπορεί να μιλάει το αλκοόλ αλλά το πήρα απόφαση θα την πλησιάσω , ο λόγος είναι ήδη δηλωμένος και έχω πάρει την άδεια. Φτάνω δίπλα της και με κοιτάει έκπληκτη, δείχνει θυμωμένη που ήρθε στην θέση αυτή να πρέπει να μου απαντήσει σε αυτά τα θέματα. Δεν ήθελα να την εκνευρίσω , η συζήτηση αλλάζει σιγά σιγά κατεύθυνση τώρα απλώς καθόμαστε εδώ και μιλάμε για διάφορα. Μου αρέσει ο τρόπος που σκέφτεται, μου αρέσει τόσο αυτή η συζήτηση που δεν θέλω να τελειώσει. Όμως εκείνη ξαφνικά φεύγει, βρίσκει ευκαιρία και τελειώνει την κουβέντα μας και φεύγει. Μου αφήνει ένα περίεργο συναίσθημα αλλά την ίδια στιγμή και μια σίγουρη σκέψη. Δεν την  ενδιέφερε να κάτσει παραπάνω.
Η τρίτη είναι πάντοτε η φαρμακερή.
Φτάσανε τα τρίτα γενέθλια στην σειρά, ευτυχώς αυτή την φορά περάσαν μόνο μερικοί μήνες. Στέκομαι μπροστά στον καθρέφτη μου ώρες ατελείωτες ψάχνοντας τι θα βάλω. Πρέπει να είμαι ωραία θα είναι και αυτός εκεί. Ένα χρόνο πριν την ενηλικίωση , οι ελπίδες μου παίρνουν φωτιά στο μικρό μου μυαλό που παίζει μεξικάνικη σαπουνόπερα του 2000. Ρούχα, μαλλιά, μεικ απ και φύγαμε. Φτάνω εκεί και είναι αυτός , πανέμορφος και επιβλητικός όπως πάντα σου βγάζει έναν απίστευτο ανδρισμό και την ίδια στιγμή μια σιγουριά , μια ασφάλεια. Όταν τον έβλεπα ένιωθα την ανάγκη να τρέξω στην αγκαλιά του να μου πει πως όλα θα πάνε καλά πως θα το φροντίσει εκείνος να πάνε όλα καλά. Μου το έβγαζε αυτό, από κάθε άποψη να μην μπορώ να του αντισταθώ. Όμως όπως πάντα πρέπει να κρατήσω τις αποστάσεις μου, αυτή την φορά αποφασίζω να πάρω προφυλάξεις δεδομένου ότι τις δύο προηγούμενες απέτυχα να μείνω μακριά. Κάθομαι δίπλα στην ξαδέρφη μου και δεν την αφήνω ούτε στιγμή. Έρχεται εκείνος και κάθεται ακριβώς απέναντί μου πάλι μόνος του ήρθε και μου έπιασε την κουβέντα. Σοκαρισμένη απίστευτα κάτι δεν μου ταίριαζε. Εκείνος ξαφνικά τόσα χρόνια μετά την γνωριμία μας ήρθε να μου μιλήσει να δει τι κάνω. Δεν με ένοιαζε όμως η συζήτηση μας έτρεχε πάλι νεράκι σαν να μην μπορούσε τίποτα να μας διαταράξει από  την δικιά μας διάσταση που έχουμε φτάσει τώρα και καθόμαστε μόνοι μας συζητώντας όλα αυτά που τόσα χρόνια δεν έχουμε πεί. Έχω ξεχάσει τον κόσμο γύρω μου, έχω αφοσιωθεί μόνο σε εκείνον, μέχρι που μου λέει το τελευταίο πράγμα που περίμενα να ακούσω από εκείνον. «Τι θα έλεγες αν σου έλεγα ότι σε γουστάρω;» Σάστισα , δεν ήξερα τι να απαντήσω. Είχα αρχίσει να πιστεύω ότι έχω παραισθήσεις, αποκλείεται μετά από τόσα χρόνια να το ακούσω αυτό. Ουράνια τόξα κάνουν εκρήξεις μέσα μου. Το μόνο που θυμάμαι στην συνέχεια είναι ότι μιλούσαμε όλο το βράδυ, δεν του απάντησα ποτέ απλώς είχα αυτή την φάτσα που δεν χρειαζόταν καμία απάντηση. Στο τέλος του ζήτησα να με πάει εκείνος σπίτι.
Ας γεμίσουμε τώρα τα κενά.
Άλλη μία φορά θα βρεθούμε γιατί κάποιος γιορτάζει. Πρέπει να μην ξεχάσω την απόφαση που πήρα την τελευταία φορά, ξέρω ότι δεν ενδιαφέρεται. Ανοίγει όμως η πόρτα και είναι αυτή , τόσο όμορφη πως μπορώ να το αρνηθώ αυτό. Μου προκαλεί συναισθήματα μόνο που την βλέπω. Υπάρχει κάτι άλλο; Περνάει η ώρα και την παρατηρώ από μακριά καθώς δεν μου δίνει για μία ακόμα φορά καμία σημασία. Πρέπει να κόψω το αλκοόλ μου δίνει κακές ιδέες. Όμως αυτή η σκέψη δεν σταματάει να γυρνάει το μυαλό μου. Παίρνω τον ξάδερφό της σε μια γωνία ήρθε η ώρα της αλήθειας. Τον πιάνω και αρχίζω να του λέω πόσο καιρό την θέλω, την βλέπω και μου αρέσει και πόσο πλέον αδυνατώ να κρατήσω απόσταση από εκείνη. Του λέω πως σκοπεύω να την κυνηγήσω, πως θέλω να προσπαθήσω μετά από τόσο καιρό ότι πρέπει να προσπαθήσω. Μάλλον έχει πιει και αυτός πολύ γιατί μου λέει ξαφνικά ότι δεν έχει πρόβλημα. Ή μάλλον έτσι κατάλαβα εγώ γιατί πολύ σύντομα θα αναιρέσει αυτή την φράση. Εκείνη την στιγμή όμως δεν με νοιάζει , άκουσα αυτό που ήθελα. Παίρνω άλλο ένα ποτό και πηγαίνω και κάθομαι μαζί της, της πιάνω την κουβέντα και το μόνο που βλέπω είναι ένα όμορφο πρόσωπο που δεν μπορεί να σταματήσει να χαμογελάει. Το στριφογυρνάω στο μυαλό μου όμως δεν υπάρχει σωστή στιγμή. Πίνω γρήγορα την τελευταία μου γουλιά να πάρω θάρρος και αυτό ήταν της το δηλώνω πως την γουστάρω και μάλιστα εδώ και καιρό. Έμεινε έκπληκτη σαν να μην μπορούσε να το πιστέψει θυμάμαι πως  η πρώτη της απάντηση ήταν ερώτηση μήπως την κοροϊδεύω. Θυμάμαι ότι για λίγη ώρα με ρωτούσε απλώς πράγματα όπως γιατί τόσο καιρό δεν το έχω πει ή πόσο καιρό τώρα συμβαίνει αυτό.Δεν μου απάντησε ποτέ ακριβώς πάνω σε αυτό όμως δεν χρειάστηκε όλα τα λόγια της, όλο της το σώμα και πρόσωπο είχε ήδη απαντήσει. Πέρασα όλο το βράδυ να της μιλάω μέχρι το τέλος που επιτέλους μου ζήτησε να την πάω σπίτι της.
Από δω και πέρα δεν θα μπορούσα να μιλήσω για εκείνον καθώς τα δικά μου συναισθήματα με κατάκλυζαν ήταν ότι πιο δυνατό έχω ζήσει ποτέ στην ζωή μου. Μπήκαμε στο αμάξι του και επικράτησε για λίγο σιωπή μέχρι που φτάσαμε και δεν ήξερα τι να κάνω , τί να του πω νιώθω τόσο μικρή μπροστά του σαν να θέλω να μου δείξει εκείνος πως είναι να ζεις. Βγήκε αυθόρμητα να του πω πως και εμένα μου αρέσει περισσότερο καιρό από όσο μπορώ να θυμηθώ. Και τότε με φίλησε. Θυμάστε πριν που ανέφερα ουράνια τόξα στο στομάχι μου; Τώρα ένιωθα πυροτεχνήματα, ατομικές βόμβες, ένιωθα πως θα σπάσω. Τέλειο. Τα χείλη του δημιουργήθηκαν για να ταιριάξουν με τα δικά μου απόλυτα. Ήταν το πιο ωραίο φιλί της ζωής μου. Δεν μπορούσα να φύγω, δεν ήθελα να τον σταματήσω ποτέ και το πιο όμορφο ήταν πως ούτε εκείνος ήθελε να σταματήσει ποτέ.Έρωτας, αγάπη , πάθος, ενθουσιασμός, τα ένιωσα όλα. Πως γίνεται με ένα μόνο φιλί να τα νιώσεις όλα για έναν άνθρωπο που πρωταγωνιστούσε μόνο στα όνειρα σου. Αλλά ξέρετε κάτι ; Ήταν ακριβώς ο άντρας των ονείρων και ακόμα καλύτερος. Μαζί του τίποτα δεν μπορούσε να με νοιάξει μου τα έδινε όλα απλόχερα.
Και έτσι ξεκίνησε  πιο όμορφη ρομαντική ιστορία από κάθε ταινία και βιβλίο που έχω δει. Το τέλειο δεν ήταν άπιαστο όνειρο και όλα από την αρχή έδειχναν σαν να μας οδηγούσαν ακριβώς σε εκείνη την στιγμή. Και ακριβώς εδώ θα ρίξω και τον δικό μου τίτλο για “Happy end” καθώς εκείνη ήταν η μέρα που άρχισαν το όνειρο και η πραγματικότητα να γίνονται ένα.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Merry Christmas then